Νομίζω ότι είναι η συνέντευξη που έχω ευχαριστηθεί περισσότερο. Έγινε τον Φεβρουάριοι του 2007, όταν ο Μακ Λάρεν ήταν καλεσμένος του Marketing Week για να μιλήσει σε ημερίδα μάρκετινγκ. Συναντηθήκαμε στο τότε Club 22 (ή ηταν ήδη Fuzz;), νωρίς το απόγευμα, ενώ είχε πάει να "επιβλέψει" το soundcheck για το - τελικά - ανεκδιήγητο dj/vj set που έκανε το ίδιο βράδυ. Ο τύπος είχε ένα συγκλονιστικό, σπάνιο ταλέντο να πουλάει. Στην προικειμένη περίπτωση απαντήσεις. Γενικότερα τον εαυτό του. Άλλωστε, τις δύο τελευταίες δεκαετίες αυτό έκανε. Γυρνούσε τον κόσμο, "έδινε συμβουλές", διηγούταν (ή επινοούσε) ιστορίες, πλασαριζόταν ως καλλιτέχνης, τα άρπαζε κι έφευγε. Ακόμα, κι αν είσαι από αυτούς που τον κατηγορούν ως εκμεταλλευτή και διαφθορέα του punk, θα πρέπει να παραδεχτείς ότι χωρίς αυτόν να το "συσκευάζει" και να μετατρέπει την οργή σε εικόνα, η νεανική κουλτούρα των τελευταίων 30+ χρόνων δε θα ήταν η ίδια. Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Ταχυδρόμος"...
Στον κατάλογο με τις σημαντικότερες προσωπικότητες των τελευταίων 100 χρόνων ο κύριος Μάλκολμ Μακ Λάρεν έχει εξασφαλισμένη θέση ψηλά στην κατάταξη. Μόνο που το συνοδευτικό λήμμα θα είναι ιδιαίτερα μακροσκελές, προσπαθώντας να περιγράψει τον πολλαπλό εαυτό του. Πατέρας του punk, του πιο επιδραστικού κινήματος του 20ου αιώνα, το οποίο συνέλαβε στη Νέα Υόρκη και μετέφερε στη Βρετανία κάνοντας τη βασίλισσα να χρειάζεται πράγματι τη θεϊκή παρέμβαση. Στυγνός τυχοδιώκτης - μάνατζερ, μεταξύ άλλων και των θρυλικών Sex Pistols, που πάντα ήξερε να εκμεταλλεύεται ανθρώπους και καταστάσεις με μοναδικό κίνητρο τη φήμη και την τσέπη του. Ταλαντούχος μετερεωλόγος των τάσεων και των στυλιστικών αλλαγών. Μουσικός, ζωγράφος, σχεδιαστής μόδας, σύμβουλος πάσης φύσεως, κινηματογραφικός παραγωγός, κάποτε υποψήφιος δήμαρχος Λονδίνου, κατστασιακός χάκερ της τέχνης και της ζωής, ένας άνθρωπος που μπορεί να πουλήσει τα πάντα. Και πάνω απ’ όλα τον εαυτό του. Επισκέφθηκε την Αθήνα για να μιλήσει σε ημερίδα μάρκετινγκ, αλλά άδραξε την ευκαιρία να δώσει κι ένα σόου διαλέγοντας δίσκους, προβάλλοντας δικά του βίντεο και κάνοντας αυτό που αγαπά περισσότερο. Να λέει ιστορίες ...
Καλωσήρθατε κύριε Μακ Λάρεν, δεύτερη φορά στην Αθήνα;
Ναι και για να είμαι ειλικρινής δεν περίμενα τέτοια ανταπόκριση κι ενδιαφέρον στην Ελλάδα.Πρότεινα στους έλληνες διοργανωτές να κάνουμε ένα σόοου όπου θα διηγηθώ τη ζωή μου, συνοδεία μουσικής και βίντεο. Αν και τα visuals συνήθως δε μου αρέσουν γιατί αποσπούν τον κόσμο.
Πώς σας φαίνεται που πλέον σας ζητούν να μιλάτε κυρίως για μπίζνες και λιγότερο για το ένδοξο punk παρελθόν;
Νομίζω ότι ξαφνικά ο κόσμος άρχισε να συλλαμβάνει το τι συνέβη στα ‘70s. Δεν μιλάω τόσο για τον κόσμο της ποπ κουλτούρας, όσο για τον κόσμο του εμπορίου. Ζούμε σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που καθοδηγείται από τις επιχειρήσεις, στον οποίο η τέχνη, η διασκέδαση, η ποπ κουλτούρα και η μόδα αναμειγνύονται συνεχώς. Σε αυτόν τον κόσμο δεν υπάρχουν και τόσοι πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι. Οι επιχειρήσεις το βλέπουν και σκέφτονται ‘γιατί να μη ζητήσουμε τη συμβουλή του Μάλκολμ Μακ Λάρεν;’. Μην ξεχνάμε ότι τα στελέχη τους είναι τα παιδιά του punk, οι 40ρηδες που ανατράφηκαν με την DIY κουλτούρα (‘Do It Yourself’ – «Κάντο μόνος σου») και θέλουν να την εφαρμόσουν στις τωρινές υπεύθυνες θέσεις τους. Όλοι άλλωστε ήταν πάνκηδες 25-30 χρόνια πριν, ο διευθυντής της τράπεζας, το αφεντικό της διαφημιστικής, ο σημερινός πολιτικός. Όλοι έρχονταν με τις αηδιασμένες μαμάδες τους στις συναυλίες μας.
Μήπως σας φωνάζουν και για λόγους ματαιοδοξίας; Για την ψευδαίσθηση της επαφής με το ‘πιο άγριο’ παρελθόν τους;
Σίγουρα, θέλουν να νιώθουν ότι δεν προδωσαν τη νιότη τους. Ξέρουν ότι το punk ήταν μια στιγμή που άλλαξε τους ίδιους κι επηρέασε τον κόσμο γύρω τους, πιθανότατα με θεωρούν τον ιθύνοντα νου του. Είτε ώς καλλιτέχνη, είτε ως μάνατζερ, αλλά κυρίως – νομίζω – ως ένα αίνιγμα που πρέπει να τεθεί στο μικροσκόπιο για να απαντήσει ερωτήματα. ‘Γιατί;’, ‘πώς;’, ‘υπήρχε δομή, σχέδιο, οργάνωση;’.
Υπήρχε τελικά;
Ναι και όχι. Δίνοντας αυτές τις διαλέξεις, όπως εδώ στην Αθήνα, είναι σαν κάνω ψυχανάλυση, αναζητώ την αυτογνωσία διηγούμενος την ιστορία. Μπορεί να την ‘μυθοποιώ’ κάπως, όπως συνήθως κάνουμε όταν ανατρέχουμε στο παρελθόν, αλλά επιτελους ξετυλίγω το νήμα της ζωής μου και καταλαβαίνω σιγά σιγά γιατί έκανα ότι έκανα.
Μπορείτε να συνοψίσετε τις γενικές συμβουλές που δίνετε;
Τον περισσότερο καιρό μιλάω για την αξία του αντί – μάρκετινγκ. Είναι πιο ενδιαφέρον όταν προσπαθείς ‘να μην πουλήσεις’ κάτι. Όταν λοιπόν στοχεύεις, όχι στους πρόθυμους μεσήλικες, αλλά στους νέους που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα να έχεις υπ’ όψη σου ότι μπορούν να μυρίσουν τις μαλακίες που τους σερβίρεις από πολύ μακριά. Εκτός κι αν το αποφύγεις. Ένα παράδειγμα από το ‘μάρκετινγκ’ των Sex Pistols. Όταν ήταν να κυκλοφορήσουμε το single ‘Anarchy in the UK’ με κάλεσαν από τη δισκογραφική για να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες. Μόνο και μόνο ο τίτλος ‘τμήμα μάρκετινγκ’ μου προκαλούσε αναγούλα. Τους άκουσα να μου προτείνουν «να συνδέσουμε τους Pistols με τους Beatles», «να βάλουμε όμορφες φωτογραφίες», «μερικά ενδιαφέροντα γραφικά». Είπα, «δεν υπάρχει περίπτωση να βάλουμε χαρούμενες φατσούλες στο εξώφυλλο, στην πραγματικότητα δε χρειαζόμαστε καμία εικόνα, μόνο μια μαύρη θήκη χωρίς καν την τρύπα στη μέση του βινυλίου και χωρίς να αναφέρεται πουθενά το όνομα EMI». Αναρωτήθηκαν πώς θα το βρίσκει ο κόσμος στα καταστήματα και απάντησα ότι αυτό ακριβώς ήθελα, να μην το βρίσκει κανείς. Αυτό είναι το καλύτερο μάρκετινγκ που μπορείς να εφαρμόσεις, να κινητοποιήσεις όσους έχουν πραγματικό ενδιαφέρον για το προϊόν.
Ακολούθησαν τη συμβουλή;
Δεν ξέρω, αλλά είναι μια ιστορία που μου αρέσει να λέω.
Η προηγούμενη, αφοπλιστικά ειρωνική, απάντηση δείχνει τον υπέροχο ποπ παραμυθά που ποτέ δεν μπορείς να υπολογίσεις πόσο αυτοσχεδιάζει και πόσο ανακαλεί. Καπνίζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο, ενώ επιβλέπει το soundcheck και διαλέγει τους δίσκους που θα παίξουν το βράδυ. Μιλώντας για τον εαυτό του διακρίνεις μια καλυμμένη υπεροψία ενός ανθρώπου που στα 61 του δεν έχει λόγο να είναι μετριόφρων, άλλωστε ποτέ δε βασίστηκε στο χαμηλό προφίλ.
Αλήθεια, πόσες φορές έχετε επανεφεύρει τον εαυτό σας και με ποια από όλες τις ιδιότητες θα θέλατε να σας θυμούνται;
Δεν ξέρω, ίσως 20 – 30. Αυτό προκύπτει από την αναζήτηση μια νέας ταυτότητας για κάθε εποχή. Τελευταία, νομίζω ότι γίνομαι όλο και περισσότερο παιδί. Με ελκύουν η αθωότητα, η συμπεριφορά και τα λάθη τους. Οι καλλιτέχνες, αυτό ειλικρινά πιστεύω ότι είμαι κι έτσι θέλω να με θυμούνται, κάνουν πράγματα απλά για να τα βγάλουν πέρα με τους εαυτούς τους. Κοιτάζοντας πίσω το μόνο που βλέπεις είναι στιγμές που άλλαξαν ζωές, τη δική σου και των άλλων. Χωρίς να ξέρεις απαραίτητα το γιατί.
Ποιες ήταν οι δικές σας στιγμές;
Όταν ήμουν στην Καλών Τεχνών στα ‘60s, η πρώτη διάλεξη που θυμάμαι ήταν ενός καθηγητή που μας είπε επί λέξη: ‘Η επιτυχία είναι κάτι που θα πρέπει να ξεχάσετε αμέσως. Θα βρίσκεστε σε μια διαρκή πάλη, σε ένα ταξίδι που δεν τελειώνει ποτέ γιατί αν τελειώσει σημαίνει πώς είστε νεκροί, θα αποτυγχάνετε διαρκώς γιατί όλοι οι καλλιτέχνες πρέπει να μάθουν να αποτυγχάνουν μεγαλοπρεπως. Αυτή είναι και η βαθύτερη επιτυχία τους’. Αυτές οι λέξεις μου άλλαξαν την κοσμοθεωρία. Βρισκομουν μόνιμα σε μπελάδες προσπαθώντας να είμαι μια μεγαλειώδης αποτυχία. Οι Sex Pistols ήταν το απόγειο αυτής της πορείας: μια υπέροχη, βαθυστόχαστη, φανταχτερή αποτυχία, πολύ πιο σημαντική από μια συμβατική επιτυχία. Τότε δεν έκανα αυτούς τους συνειρμούς, τώρα τους συνειδητοποιώ. Κάποια άλλη στιγμή παρακολούθησα μια διάλεξη του Ζαν Λικ Γκοντάρ που διάλεξε ως αγαπημένο του σκηνοθέτη τον Ροζέ Βαντίμ, τον ηδονόθηρα που ανακάλυψε την Μπριζίτ Μπαρντό, ‘γιατί είναι ο μεγαλύτερος ερασιτέχνης’. Κι αποφάσισα ενστικτωδώς ότι θα γίνω κι εγώ ένας μεγαλος ερασιτέχνης, ένας κλέφτης. Συνειδητοποίησα την γενναιότητα που αποκτάς όταν δε φοβάσαι να αποτύχεις, τα λάθη είναι που δίνουν ζωή στα έργα. Όταν είσαι άφοβος, τότε, ναι, έχεις τη δυνατότητα να αλλάξεις την κουλτούρα.
Δηλαδή, δεν υπήρξαν περίοδοι δισταγμού, δεν κάνατε πίσω ποτέ;
Υπήρχαν και εποχές που όντως έδινα δεκάρα και δε θέλω να τις θυμάμαι. Ήταν φτωχές σε ιδέες, εποχές που ακολουθούσα και δεν προηγούμουν, που ήμουν περισσότερο ευγενικός από όσο έπρεπε. Είναι μάλλον σύμπτωμα της κρίσης της μέσης ηλικίας, να νοιάζεσαι για να βοηθήσεις, να ακούσεις ή να δώσεις σημασία σε ανθρώπους που δεν υπάρχει λόγος να το κάνεις. Έτσι, καταλήγεις να κάνεις σκουπίδια. Σήμερα, οι μόνοι που ακούω είναι τα παιδιά.
‘ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ’
Η Γιανγκ, κορεάτισσα γραμματέας και σύντροφός του, είναι κάπως σχολαστική με το θέμα της φωτογράφησης, ζητάει εγγυήσεις, θέλει να τσεκάρει τα πάντα. Ο Μακ Λάρεν ασχολείται επισταμένως με την εικόνα του, άσχετα αν οι θεωρίες του την απορρίπτουν. Το κονσίλερ κάτω από τα μάτια του το μαρτυρά. Παρόλα αυτά δε φέρνει καμία αντίρρηση στα κοντινά πορτρέτα ενώ συνομιλούμε, ίσα ίσα που μοιράζει αφειδώς πόζες. Και ατάκες βεβαίως ...
Είπατε στην επίσημη συνέντευξη τύπου ότι το μέλλον του πολιτισμού βρίσκεται στα παιδιά μέχρι 10-11 χρόνων. Μπορείτε να το εξηγήσετε;
Δεν είναι πυρηνική φυσική αυτό που λέω. Ζούμε σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και νεότερος γιατί τα παιδιά έχουν μεγάλύτερη πρόσβαση στην πληροφορία. Μέσα από το web έρχονται πιο κοντά στις πνευματικές επιδιώξεις που έχουμε εμείς οι μεγαλύτεροι. Στις οποίες κρύβεται πάντα από πίσω η ακατάσχετη επιθυμία όλων μας να είμαστε αντικομοφορμιστές. Σε κανέναν δεν αρέσουν οι μπίζνες, οι πολυεθνικές, η παγκοσμιοποίηση κτλ. Γι’ αυτό στην εποχή μας οι καλλιτέχνες είναι πιο σημαντικοί από ποτέ. Ως αυτοί που θα παράγουν κάτι μοναδικό, γεμάτο από λάθη που θα αγγίξουν τις ψυχές μας. Όταν φτάνουμε στα 18-19 στο κορμί μας εισβάλλει η ‘επιχειρηματική λογική’, ενώ τα παιδιά στα 10-11 τους δεν έχουν ‘αποτιμηθεί’ ακόμα. Κι εμείς νοιαζόμαστε όλο και περισσότερο για τις στιγμές τους. Οι γονείς παίζουν μαζί τους βιντεοπαιχνίδια, πηγαίνουν παρέα στους Rolling Stones, αγοράζουν τα ίδια ρούχα, οι μητέρες ξυρίζουν το αιδοίο τους για να βγούν σε διαγωνισμούς ραντεβού με τις έφηβες κόρες τους. Υπάρχει αυτή η επιθυμία για αθωότητα και αγνότητα που θεωρώ ότι είναι αντίδραση στην ‘κουλτούρα των πολυεθνικών’ που έχει μολύνει το σινεμά, τη μουσική, τη μόδα κτλ.
Ναι, αλλά δεν είναι αντίφαση το ότι οι καλλιτέχνες είναι η μόνη ελπίδα ενώ δρουν σε ένα διεφθαρμένο εμπορικά περιβάλλον;
Πιστεύω πολύ στο κομμάτι της μοντέρνας τέχνης. One – off, μοναδικό, αποκλειστικό, παραμένει ακόμα σχετικά ανέπαφο. Αυτοί είναι οι περιζήτητοι ποιητές του σήμερα που όλοι αναζητούν για μια άισθηση μοναδικότητας. Κανείς δεν την ψάχνει πλέον σε ένα CD, σε ένα Chanel φόρεμα ή στο τελευταίο βιβλίο του Harry Potter. Έτσι, η μοντέρνα τέχνη δεν είναι πλέον avant - garde αλλά mainstream, όλοι καθημερινά ψάχνουμε τον νέο π.χ. Ντάμιαν Xιρστ για να μας δώσει νέες οπτικές γιατί οι παλιές είναι πλέον μολυσμένες.
Κατά καιρούς έχετε μιλήσει με θαυμασμό για τη δύναμη ελευθερίας του Internet. Δεν συμφωνείτε ότι μερικές φορές αποτελεί το δούρειο ίππο της βιομηχανίας στην οποία αναφερθήκατε πριν; Π.χ. η ‘επανάσταση’ του My Space αγοράστηκε από τον Ρούπερτ Μέρντοχ ...
Νομίζω ότι ο παγκόσμιος ιστός εξαιτίας της μοναχικότητάς του είναι καταρχήν πολύ σέξι. Ο κόσμος δημιουργεί blogs, αναζητά μια ‘δεύτερη ζωή’, δημιουργεί το δικό του προσωπικό και περισσότερο προσβάσιμο εικονικό σύμπαν. Αναμφισβήτητα δεν μπορείς να υποτιμήσεις τον ‘εχθρό’ που λέγεται βιομηχανία. Οι εταιρείες που την αντιπροσωπεύουν προσπαθούν να αγοράσουν οτιδήποτε πετυχαίνει γιατί έτσι θεωρούν ότι γίνονται cool. Είτε λέγεται ‘my space’, είτε ‘you tube’. Μπορούν να αγοράζουν, αλλά δε μπορούν να σταματήσουν τη διαρκώς εξελισσόμενη επιθυμία για ελευθερία έκφρασης. Πού άλλού άραγε μπορούμε να βρούμε σήμερα ένα περιβάλλον, εξίσου αυθεντικό;
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΜΟΔΑ
Πιστεύετε ακόμα σε όρους όπως το ‘underground’ ή στην ύπαρξη υποκουλτούρας; Παίξατε πολύ στο παρελθόν με αυτές τις έννοιες ...
Είναι τρόποι να περιγράψεις αυτό που δεν είναι αποδεκτό. Είναι οι μικρές γωνίες της κουλτουρας που μόλις ανακαλύπτουν οι επιχειρήσεις τις ορίζουν ξανά από την αρχή. Και τις ονομάζουν αντεργκράουντ, αλτέρνατιβ κ.ο.κ. Αλλά σήμερα όλες οι μορφές είναι αποδεκτές, δεν υπάρχουν υπό - κουλτουρες. Η απορρόφηση τους από το κυρίαρχο ρεύμα είναι μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία και οι περισσότεροι νέοι ούτε καν το ‘παιδεύουν’. Έχουν συνηθίσει να βάζουν τα πράγματα μέσα σε συγκεκριμένα κουτιά – όρια, τα οποία δεν επανεξετάζουν.
Είναι η ιδεολογία η πιο ισχυρή μόδα; Ή μήπως το αντίθετο, είναι η μόδα η πιο ανθεκτική ιδεολογία που υπήρξε ποτέ;
Μερικές φορές πιστεύω το ένα, άλλοτε το άλλο. Το internet αφαίρεσε το ‘πρόσωπο’ από την εικόνα του πολιτισμού, τον έκανε ανώνυμο. Η ιδέα του διαδικτύου, άλλωστε, είναι λαθραία. Ποιος αναγνωρίζει την φάτσα ενός χάκερ; Δε μοιάζει με τίποτα, αφού δεν ξέρουμε πώς είναι. Αυτό αλλάζει κατά πολύ το πλαίσιο της μόδας, η οποία γίνεται ‘παντομίμα’, ‘καραόκε’, δεν μπορείς να πιστεύεις πια στην έννοια του στυλ. Τη μια βραδιά πάς στη ντίσκο, την επόμενη θέλεις να δείχνεις πανκ, κάθε φορά διαφορετική παράσταση και διαφορετικός ρόλος. Αυτή ήταν και η λογική μου όταν σχημάτιζα το punk, ήμουν ένας καλοτεχνίτης χούλιγκαν με το μυαλό κακοποιού που εισήγαγε ένα λουκ καταστροφής.
Η Γιανγκ πληροφορεί εδώ και ώρα ότι ο χρόνος τελειώνει, αλλά ο Μακ Λάρεν έχει πάρει μπρος και δεν πτοείται. Στα χαρτιά μου υπάρχει άλλη μια ερώτηση, «ποια ήταν η μεγαλύτερη αποτυχία σας;». Την αποφεύγω. Η απάντηση, «η ίδια η καριέρα μου» έχει ήδη δωθεί ...
τερέζος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου