Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2008

Οι δύο όψεις μιας «τηλεοπτικής» νεολαίας


Είναι χρόνια αυτό το κακό! Πότε αποδίδει και πότε όχι. Άλλωστε οι νεανικές σειρές είναι ρισκαδόρικα άλογα. Απογειώνουν και προσγειώνουν απότομα. Θυμόμαστε τις Παπακαλιατειάδες πρόσφατα, το Λόγω Τιμής παλαιότερα και άλλα παρόμοια σεναριακά αγγίγματα στις ανησυχίες, τα πάθη και πάντα (μα πάντα) τα όνειρα και τις επιθυμίες των παιδιών των ninenties και των zeroes. Καλές για να τις βλέπουνε οι «μεγάλοι» και να νιώθουν ένα νεφελώδες χάσμα γενεών που πασάρει η τηλεοπτική πραγματικότητα. Για παράδειγμα ποτέ στις ελληνικές σειρές δεν τσακώνονται οι γονείς με τα παιδιά επειδή η μάνα δεν αφήνει το αγόρι ν’ «ανασάνει» ή για το αντίθετο. Ποτέ δεν υπάρχει το πρόβλημα ότι οι γονείς αρνούνται να καταλάβουν τη νεανική πραγματικότητα ή ότι τέλος πάντων η συμβίωση, άσχετα με το χάσμα γενεών, μέσα στο σπίτι για πολλούς ανθρώπους είναι ένα πρόβλημα. Πάντα το μοναδικό ζήτημα που ευνοεί μια κρίση είναι ότι ο γιος είναι ομοφυλόφιλος, η κόρη ναρκομανής και ενδεχομένως να ανήκουν σε μια μυστική αίρεση σαϊεντολογίας που έχει ως μοναδικό δόγμα: Θάνατος στους μεγάλους.

Τόσα χρόνια είχαμε συνηθίσει αλλιώς. Βλέπαμε το εξής κλισέ. Νέους, τις περισσότερες φορές άνεργους και με κάποια καλλιτεχνική απασχόληση. Φωτογράφοι, ζωγράφοι, τραγουδιστές, γλύπτες, αστικοί αναχωρητές που αραιά και που τους άκουγες να λένε: «Πάω στη δουλειά» ή «Πρέπει να βρω μια δουλειά». Τσακωμένοι, με την οικογένειά τους (πάντα, όμως, φίλοι με την καλή γιαγιά) περιφέρονται, άφραγκοι μεταξύ Ελλάδας Λονδίνου και Παρισιού τόσο εύκολα όσο είναι να πάρεις το μετρό από το Σύνταγμα για Εθνική Άμυνα. Δεν τρώνε ποτέ σουβλάκια, ποτέ φαστ φουντ, ποτέ δεν τους βλέπεις να έχουν έστω μια τυρόπιτα στο χέρι τους. Ας είναι και κουρού η ρημάδα. Ακριβές νεοταβέρνες, fancy bar, σούσι και γεμάτα ψυγεία με υπέροχα βιολογικά προϊόντα. Και για να μην ξεχνιόμαστε αυτοί δεν είναι οι νέοι των 700€. Ούτε καν! Ακόμα ψάχνονται τα παιδιά. Παρ’ όλα αυτά όπου δεν υπάρχουν χρήματα αλλά καλό φαγητό, συναντάται πολύ σεξ. Αφού δεν εργαζόμαστε δεν πάμε να δημιουργήσουμε κανένα ερωτικό τρίγωνο, αναρωτιούνται οι πρωταγωνιστές και η πλοκή συνεχίζεται.

Εξαγριωνόμασταν τότε με την άνεση των νέων που “πετάγανε” τα μάτια τους στα loft και που ποτέ κανείς δεν βάλθηκε να σκαρφιστεί πώς θα λύσει το αιώνιο πρόβλημα: «Πού θα πάω τη γκόμενα ή τον γκόμενο αφού ο πατέρας μου βλέπει τηλεόραση στο σπίτι μέχρι τις 3 το πρωί και φεύγουν εκδρομή κάθε φορά που η θεία αρρωσταίνει στο χωριό;» Το αποδομήσαμε, όμως, είδαμε τι συμβαίνει γύρω μας και το ξεπεράσαμε. Ώσπου ήρθε βόμβα η φετινή. Δυο τηλεοπτικές σειρές ήρθαν να ταράξουνε τα νερά και να μας δείξουν την άγρια πλευρά της νιότης μας. Στη μία αγόρια κυκλοφορούν δεξιά και αριστερά με τις «σανίδες» τους και ζούνε εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις και διαδοχικές συγκρούσεις. Με τους γονείς, τη γκόμενα, την αστυνομία, το σύστημα, τον ίδιο τους τον εαυτό. Αξεπέραστα αδιέξοδα σε μια γειτονιά που θυμίζει περισσότερο Χάρλεμ ή προάστια πρωτεύουσας του σιδηρού παραπετάσματος. Σκληροί έρωτες, ξύλο και αδρεναλίνη από ήρωες μιας ασυμβίβαστης γενιάς που γεννήθηκε σε αμερικάνικες ταινίες και γκέτο. Εδώ πότε θα καταλάβουμε ότι το skate, το hip hop, το low bap και οτιδήποτε άλλο made in the USA κοστίζει και δεν το πλησιάζουν όσο θα ήθελαν τα φτωχά και ατίθασα παιδάκια; Μάλλον ποτέ!

Η κάμερα δε δίστασε. Μπήκε και στα σχολεία. Συγκεκριμένα στο Γ4. Μαθητές που μπλέκουν στα ναρκωτικά, βιάζουν τις συμμαθήτριες τους και μετά δημοσιεύουν το βιντεοσκοπημένο video από το κινητό στο Ίντερνετ, κορίτσια που σφαλιαρίζονται την ώρα της προσευχής, καθηγήτριες που είναι ένας συνδυασμός Κρουέλας Ντε Βιλ και Σαπφώς Νοταρά, όλα μαζεμένα σε ένα τυπικό ελληνικό σχολείο. Όλοι πήγαμε σχολείο. Δεν θυμάμαι κανείς να φοβήθηκε ότι μπορεί να δολοφονηθεί την ώρα της Οικιακής Οικονομίας; Και με το θέμα των ναρκωτικών πότε θα λήξει επιτέλους αυτή η καραμέλα; Το 1998 πήγαινα σε ένα από τα- υποτιθέμενα- καλύτερα δημόσια λύκεια της χώρας. Τότε αν θυμάστε ήταν και η περίοδος που κάθε θάνατος από ηρωίνη ήταν θέμα στις ειδήσεις. Η χρήση ναρκωτικών από φίλους και εχθρούς ήταν συχνή και σ’ επικίνδυνο βαθμό. Αλλά σήμερα απ’ ό,τι ξέρω ούτε πέθανε κανείς ούτε χάθηκε κανείς. Αν θες και θέλουν σώζεσαι. Μεμονωμένη περίπτωση θα πείτε αλλά μεμονωμένη περίπτωση είναι και σχολεία που οι έμποροι είναι περισσότεροι από τους μαθητές. Και αλήθεια από όλα αυτά τα οργισμένα νιάτα κανείς δεν πάει φροντιστήριο, κανείς δεν παίζει Wow με τις ώρες στα Ίντερνετ καφέ;

Καταλήγουμε διχασμένοι. Από τη μια ερωτύλοι μποέμ και από την άλλη γεννημένοι δολοφόνοι. Αλλά ευτυχώς που έρχεται και μια στιγμή που καταργείται, έστω και για λίγο, αυτό το ανόητο αξίωμα που λέει πως η τηλεόραση είναι καθρέφτης της κοινωνίας μας. Η tv ούτε που ξέρει πώς να προσεγγίσει τη νέα γενιά. Και αυτό είναι ευχάριστο. Κάποιοι ζούνε ακόμα μέσα στην αφάνειά τους…

Σ.Δ., Αυγή 26/10/08

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

pesta anthrope...
den anteho oute tis ipervoles autes...
alla oute kai tis alles...auton pou lene...ah emeis zisame alles epohes paizame se allanes...kai katouragame frahtes...
kai simera mono ipologisti kai apoxenosi...
mia hara ta spane kai simera ta moutra tous ta paidakia kai stin athina...poso mallon stin eparhia...